Καλώς ήλθατε στον εκπληκτικό κόσμο των αρχαιολογικών χώρων του Δήμου Ναυπλιέων.
Εδώ, η ιστορία συνυπάρχει με τη φύση, δημιουργώντας κάτι μοναδικό σε κάθε χώρο για εξερεύνηση και ανακάλυψη. Αφεθείτε στη μαγεία του παρελθόντος και ανακαλύψτε τον πολιτισμό και την ιστορία μέσα από αυτούς τους αρχαιολογικούς θησαυρούς.
Επισκεπτόμενοι τους αρχαιολογικούς χώρους του Ναυπλίου, θα ανακαλύψετε έναν κόσμο γεμάτο ιστορία, πολιτισμό και μαγεία. Η επίσκεψη στους αρχαιολογικούς χώρους είναι μια ευκαιρία να εξερευνήσετε την ιστορία, να απολαύσετε τη φύση και να εμπλουτίσετε την πνευματική σας εμπειρία.
Αρχαία Ασίνη – Καστράκι
Το Καστράκι ή αλλιώς η ακρόπολη της Αρχαίας Ασίνης βρίσκεται, δίπλα στο Τολό, σε ένα λόφο – ακρωτήρι ύψους 52 και μήκους 330 μέτρων.
Από τη 5η χιλιετία π.χ. μέχρι και το 600 μ.Χ. η ακρόπολη κατοικούνταν συνέχεια, ενώ η πρώτη βιβλιογραφική αναφορά στην Ασίνη γίνεται από τον Όμηρο (Β 560), όπου αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η Ασίνη, το Άργος, η Τίρυνθα, η Επίδαυρος και άλλες πόλεις της Αργολίδας συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο με μεγάλο αριθμό πλοίων (Ογδόντα πλοία).
Οι πρώτες ανασκαφές στην Ακρόπολη και την Κάτω Πόλη έγιναν από τη Σουηδική Αρχαιολογική Αποστολή (1922-1930) και συνεχίστηκαν τη δεκαετία του 1970 από τη Δ΄Εφορία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων και το Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών.
Η κατασκευή των σωζόμενων έως και σήμερα τειχών της Ακρόπολης πιθανολογείται ότι έγινε το 300 π.Χ από τον Βασιλιά της Μακεδονίας, Δημήτριο τον Πολιορκητή. Έχουν δύο κύριες εισόδους – πύλες. Η κύρια πύλη βρίσκεται βόρεια, ενώ η δευτερεύουσα ανατολικά. Τα τείχη δέχτηκαν επισκευή τόσο κατά την Πρώιμη Βυζαντινή Περίοδο, όσο και κατά τη διάρκεια της Β’ Ενετοκρατίας. Ενώ κατά την Ιταλική Κατοχή, αναγέρθηκαν στην Ακρόπολη οχυρωματικές κατασκευές.
Ο κύκλος ζωής της Ακρόπολης είναι άμεσα συνυφασμένος με τη γύρω περιοχή και ειδικότερα με τη Θέση “Λόφος της Μπαρμπούνας”. Εκεί βρέθηκε ένα μεγάλο μυκηναϊκό νεκροταφείο. Στους τάφους βρέθηκαν πολλά κτερίσματα, γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι η Ασίνη επικοινωνούσε με τις πόλεις του Αιγαίου, την Κρήτη και πιθανώς την Κύπρο. Η ανακάλυψη του ναυαγίου πλοίου μυκηναϊκής εποχής στα Ίρια (περιοχή κοντά στην Ασίνη) επιβεβαιώνει την προηγούμενη εικασία.
Την Ύστερη Γεωμετρική Εποχή (8ος αιώνας π.Χ.) η Ασίνη άκμασε αναπτύσσοντας συναλλαγές με την Αθήνα, τις Κυκλάδες και τη νότια Πελοπόννησο. Τον επόμενο αιώνα ξεκινά η παρακμή της Ασίνης, η οποία θα διαρκέσει αρκετούς αιώνες και με τους κατοίκους της να μεταναστεύουν στην Ασίνη της Μεσσηνίας (Κορώνη). Τον 3ο αιώνα ξεκινά πάλι μία περίοδος ανάκαμψης της Ασίνης. Οι ανασκαφικές προσπάθειες έχουν φέρει στο φως πολύτιμα ευρήματα εκείνης της εποχής, όπως δεξαμενές, σπίτια, ελαιοτριβείο κ.α..
Η κατοίκηση της Ακρόπολης συνεχίστηκε σίγουρα μέχρι περίπου τον 7ο αιώνα μ.Χ., καθώς ευρήματα στην Κάτω Πόλη πιστοποιούν την ύπαρξη ζωής αυτούς τους αιώνες.
Στο χώρο των ανασκαφών της Κάτω Πόλης υπάρχει ένα γραφικό εκκλησάκι αφιερωμένο στην Παναγία.
Πολλά από τα ευρήματα από τις ανασκαφές της Ασίνης βρίσκονται στη Σουηδία, ειδικότερα από τις ανασκαφές του 1920, ενώ κάποια άλλα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου.
Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι μεταξύ άλλων ευρημάτων υπήρξε και ένα πήλινο μυκηναϊκό κεφάλι το οποίο ονομάζεται ο “Βασιλιάς της Ασίνης”. Το αγαλματίδιο αποτέλεσε έμπνευση του νομπελίστα ποιητή Γ. Σεφέρη για τη δημιουργία του ομώνυμου ποιήματος, που έκανε γνωστή την Ασίνη σε παγκόσμιο επίπεδο.
“Ασίνην τε… Ασίνην τε…”
Γεωγραφικές Συντεταγμένες
Επαρ. Οδ. Λευκακίων – Τολού, Ασίνη, Ναύπλιο
37.52883537818071, 22.875952840679002
Για περισσότερες πληροφορίες: ΕΦ.Α. Αργολίδας, Πλατεία Συντάγματος, Τηλ: +30 27520 22657, e-mail: [email protected]
Αρχαιολογικός Χώρος Τίρυνθας
Ιστορικό
Ο χαμηλός λόφος της Τίρυνθας, στο 8ο χιλιόμετρο του δρόμου Αργους-Ναυπλίου, κατοικήθηκε αδιάλειπτα από τη Νεολιθική εποχή μέχρι την ύστερη αρχαιότητα. Κατά τους προϊστορικούς χρόνους ο χώρος άκμασε κυρίως κατά την πρώιμη και την ύστερη εποχή του Χαλκού.
Στη δεύτερη φάση της Πρωτοελλαδικής εποχής (2700-2200 π.Χ.) πρέπει να υπήρχε εδώ ένα σημαντικό κέντρο με πυκνή κατοίκηση και ένα μοναδικής κατασκευής κυκλικό κτήριο, διαμέτρου 27 μ., στην κορυφή του λόφου
Κατά την ύστερη εποχή του Χαλκού ο λόφος οχυρώνεται σταδιακά και περιβάλλει μέσα στα «κυκλώπεια» τείχη του το ανακτορικό συγκρότημα καθώς και άλλα κτήρια που χρησιμοποιούνται κυρίως από την άρχουσα τάξη ως λατρευτικοί χώροι, αποθήκες και εργαστήρια αλλά και ως κατοικίες. Κατά τους ιστορικούς χρόνους η Τίρυνθα, παρότι πρέπει να είχε τη μορφή μιας οργανωμένης πολιτικής κοινότητας, δεν μπόρεσε να συναγωνιστεί το Άργος, το οποίο και την κατέστρεψε στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα εξορίζοντας τους κατοίκους της.
Ο περιηγητής Παυσανίας που την επισκέφθηκε το 2ο αιώνα μ.Χ. τη βρήκε ερειπωμένη. Κατά τη βυζαντινή εποχή ιδρύεται στην Άνω Ακρόπολη ένας κοιμητηριακός ναός και πιθανά ένας μικρής τάξεως οικισμός στα δυτικά της Ακρόπολης. Το τέλος του ασήμαντου πια οικισμού πρέπει να συνδεθεί με την κατάκτηση του Άργους από τους Τούρκους το 1379 μ.Χ. Στις βενετσιάνικες πηγές η Τίρυνθα αναφέρεται ως Napoli vecchio, ενώ το όνομα Τίρυνθα δίνεται ξανά στην περιοχή στη σύγχρονη εποχή αντικαθιστώντας το σύνηθες όνομα «Παλαιόκαστρο».
Οι έρευνες του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου και της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, από το 1876 μέχρι σήμερα, έφεραν στο φως μια από τις σημαντικότερες μυκηναϊκές ακροπόλεις και ιχνηλάτησαν τα στάδια του πολιτισμού των προϊστορικών και ιστορικών περιόδων της Αργολίδας. Μετά τους πρωτεργάτες Heinrich Schliemann και Wilhelm Dorpfeld (1884-1885), το χώρο ερεύνησαν στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα οι Georg Karo και Kurt Mόller.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ο Έφορος Αρχαιοτήτων Αργολίδος Νικόλαος Βερδελής ανέλαβε το έργο της αποκατάστασης της δυτικής πλευράς της οχύρωσης που είχε καταρρεύσει και σκεπαστεί από τα μπάζα των παλαιών ανασκαφών. Μετά το 1967 οι ανασκαφές ανατίθενται και πάλι στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, το οποίο υπό τη Διεύθυνση των Ulf Jantzen, Jφrg Schofer, Klaus Kilian και Joseph Maran συνεχίζει τις έρευνες συμπεριλαμβάνοντας την Κάτω Ακρόπολη και την Κάτω Πόλη. Παράλληλα ανασκαφικές έρευνες διενεργεί η τοπική Εφορεία Αρχαιοτήτων τόσο στον επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο, όσο και στην ευρύτερη περιοχή.
Η αποκάλυψη με τις ανασκαφές ενός μνημείου που προστατεύτηκε για πολλούς αιώνες κάτω από το χώμα και η μακροχρόνια έκθεσή του χωρίς φροντίδα συντήρησης στις καιρικές συνθήκες και στη δράση των επισκεπτών, προξένησε σημαντικές φθορές στον αρχαιολογικό χώρο.
Με ενέργειες της Δ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, αρμόδιας περιφερειακής Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού και την άμεση υποστήριξη της Περιφέρειας Πελοποννήσου, το μνημείο εντάχθηκε στα έργα που χρηματοδοτήθηκαν από το Β΄ και το Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης.
Καθοριστική ήταν και η συμμετοχή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου που χρηματοδότησε την τελευταία δεκαετία τις μελέτες του γερμανού αρχιτέκτονα Jan Martin Klessing που υλοποιήθηκαν στην Τίρυνθα.
Στο διάστημα αυτό μεγάλος αριθμός συνεργατών (αρχαιολόγοι, σχεδιαστές, ειδικευμένοι και ανειδίκευτοι εργάτες) συμμετείχε στο πρόγραμμα της αναβάθμισης ενός από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Αργολίδας που έχει ενταχθεί στον κατάλογο των μνημείων της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco.
Εξάλλου με ευθύνη της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού υλοποιήθηκαν εργασίες διαμόρφωσης του επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου, ο οποίος περιλαμβάνει πλέον οργανωμένες διαδρομές, κτήρια εξυπηρέτησης των επισκεπτών, νέα είσοδο και χώρο στάθμευσης.
Τα Μνημεία του Χώρου
Δυτικός Προμαχώνας
Ο Δυτικός Προμαχώνας αποτελεί ένα εξαιρετικό επίτευγμα της μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής που έχει σαφέστατο αμυντικό χαρακτήρα. Το δυτικό κλιμακοστάσιο προστατεύεται από έναν προμαχώνα που δημιουργεί η δρεπανοειδής επέκταση του τείχους της τρίτης φάσης. Αυτό το τμήμα του τείχους είναι το μοναδικό με καμπύλο περίγραμμα. Το μέγιστο πλάτος του είναι 7 μ. Το καμπύλο τμήμα του τείχους αρχίζει στα νότια στο ύψος της μεγάλης αυλής και καταλήγει στα βόρεια στον πύργο που υπήρχε ήδη στη δεύτερη φάση του τείχους.
Οχύρωση Τίρυνθας
Τα τείχη που οριοθετούν την ακρόπολη της Τίρυνθας κατασκευάστηκαν σε τρεις κύριες οικοδομικές φάσεις και οχύρωσαν σταδιακά ολόκληρο το λόφο από το νότιο-υψηλότερο προς το βόρειο-χαμηλότερο έξαρμά του. Ως οικοδομικό υλικό χρησιμοποιήθηκε κόκκινος και γκρίζος ασβεστόλιθος που συναντάται άφθονος τόσο στον ίδιο το λόφο όσο και στο λόφο του Προφήτη Ηλία ανατολικά της ακρόπολης.
Το μέγεθος των ογκολίθων που χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για τα τείχη της τρίτης φάσης προκάλεσε την απορία και το θαυμασμό ήδη στην αρχαιότητα, γεγονός που αντικατοπτρίζεται άμεσα στο μύθο των Κυκλώπων. Οι ογκόλιθοι ζυγίζουν πολλούς τόνους που δικαιολογούν την άποψη του περιηγητή Παυσανία (ΙΙ, 25, 7-9) ότι ούτε ζεύγος ημιόνων δεν ήταν σε θέση να μετακινήσει τον μικρότερο από αυτούς.
Κάτω Ακρόπολη
Το βόρειο και χαμηλότερο έξαρμα του λόφου της Τίρυνθας, η Κάτω Ακρόπολη οχυρώθηκε για πρώτη φορά στις αρχές του 13ου αιώνα π.Χ. (ΥΕ ΙΙΙΒ1). Η οχύρωση αυτή αντικαταστάθηκε κατά την τρίτη οικοδομική φάση του τείχους στα μέσα του 13ου αιώνα (ΥΕ ΙΙΙΒ2) από ένα ισχυρό τείχος πάχους έως και 7 μ. που ακολουθεί το φυσικό περίγραμμα του λόφου και επεκτείνεται στα νότια μέχρι να συναντήσει την οχύρωση της Μέσης και της Άνω Ακρόπολης.
Η Κάτω Ακρόπολη συνδέεται μέσω της βόρειας προέκτασης του διαδρόμου (50) με την Άνω ακρόπολη, έχει όμως και δύο δικές της προσβάσεις. Μια μικρή είσοδο στην καμπή της δυτικής πλευράς του τείχους μεταξύ της μέσης και της κάτω ακρόπολης που έκλεινε με θύρα όπως βεβαιώνουν τα ίχνη από τις στρόφιγγες της στο μονόλιθο κατώφλι, και ένα άνοιγμα στη βόρεια κορυφή του τείχους χωρίς ίχνη για ύπαρξη θύρας. Το άνοιγμα αυτό που προστατεύεται από ένα φυλάκιο στην ανατολική πλευρά του τείχους βρισκόταν πολύ ψηλότερα από το εξωτερικό επίπεδο και η πρόσβαση σε αυτό πρέπει να γινόταν με φορητή ξύλινη κλίμακα. Αντίθετα, στην είσοδο της δυτικής πλευράς οδηγεί ανοικτή λίθινη κλίμακα.
Στο δεύτερο μισό του 13ου αιώνα π.Χ., (ΥΕ ΙΙΙΒ2), μετά την ολοκλήρωση της οχύρωσης, αναπτύσσεται μια τεράστια οικοδομική δραστηριότητα, η οποία καταστρέφει με τις επεμβάσεις της τα λείψανα των προγενέστερων μυκηναϊκών περιόδων και της Μεσοελλαδικής εποχής. Η Κάτω ακρόπολη διαμορφώνεται σε άνδηρα και οικοδομείται με ένα ενιαίο σχέδιο. Τα κτήρια παρατάσσονται κατά μήκος των τειχών και χωρίζονται από υπαίθριους διαδρόμους με κατεύθυνση βόρεια-νότια. Ένας κεντρικός δρόμος οδηγούσε από τη βόρεια πύλη στα νότια της Κάτω Ακρόπολης και συνδεόταν με το διάδρομο (50) που οδηγούσε στην Άνω ακρόπολη.
Συνολικά ερευνήθηκαν δέκα κτηριακά συγκροτήματα (κτήρια Ι-Χ), τα οποία χρησίμευσαν ως οικίες αλλά και ως εργαστηριακοί χώροι για την επεξεργασία μετάλλων και πολύτιμων υλικών. Παρόμοιες χρήσεις μαρτυρούνται και για τα δωμάτια μέσα στο τείχος.
Γεωμετρικός Ναός
Ανατολικά της θύρας που συνδέει την αυλή 30 με την αυλή του κτηρίου 29 της ανατολικής πτέρυγας του ανακτόρου ερευνήθηκε το 1926 ένας λάκκος-αποθέτης, ο λεγόμενος βόθρος, που περιείχε κυρίως κεραμική και λίγα μεταλλικά αντικείμενα. Τα αρχαιότερα ευρήματα χρονολογούνται στην ύστερη γεωμετρική εποχή και τα νεώτερα γύρω στα 650 π.Χ., η πλειοψηφία ωστόσο των αφιερωμάτων ανήκει χρονολογικά στο τέλος της γεωμετρικής και στην υπογεωμετρική περίοδο.
Η ποιότητα των ευρημάτων, μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται οι πήλινες ασπίδες και οι μάσκες που εκτίθενται στο Μουσείο Ναυπλίου, και η διατήρησή τους, τα περισσότερα ευρήματα είναι θραυσμένα πριν την απόρριψή τους και φέρουν ίχνη δευτερογενούς καύσης, συνηγορούν για τον χαρακτηρισμό τους ως αφιερώματα. Είναι πολύ πιθανόν πως ορισμένα απ’ αυτά ήταν ανηρτημένα σε ένα ιερό χώρο ενώ άλλα χρησίμευσαν για τελετουργίες πιθανά στο χώρο ενός βωμού. Το εύρημα του βόθρου συνδέθηκε για τους λόγους αυτούς με τη μετασκευή του βωμού στο χώρο της μεγάλης αυλής και με το επίμηκες κτήριο που καλύπτει το ανατολικό τμήμα του μεγάλου μεγάρου της μυκηναϊκής εποχής.
Έτσι θεωρήθηκε ότι το κτήριο αυτό είναι ένας ναός των γεωμετρικών χρόνων, που ιδρύθηκε στο χώρο του μυκηναϊκού Μεγάρου και στον οποίον πρέπει να λατρευόταν η θεά Ήρα. Δυστυχώς, η πλήρης αποκάλυψη του κτηρίου αυτού ήδη από την εποχή του Schliemann έχει στερήσει την έρευνα από πολύτιμες ανασκαφικές ενδείξεις που θα μπορούσαν να δώσουν μία οριστική απάντηση στο ακόμη και σήμερα αναπάντητο ερώτημα σχετικά με τη χρήση και τη χρονολόγηση του κτηρίου.
Δρ. Άλκηστις Παπαδημητρίου
Προϊσταμένη Δ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον Αρχαιολογικό χώρο της Τίρυνθας μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού ΟΔΥΣΣΕΥΣ.
Γεωγραφικές Συντεταγμένες
Τίρυνθα, Ναύπλιο 211 00
Google Map 37.60030833265785, 22.80133317136363
Τηλέφωνο 2752022657
Για περισσότερες πληροφορίες: ΕΦ.Α. Αργολίδας, Πλατεία Συντάγματος, Τηλ: +30 27520 22657, e-mail: [email protected]
Μυκηναϊκή Ακρόπολη της Μιδέας
Η εξέχουσα θέση της Μιδέας μεταξύ των Μυκηναϊκών κέντρων της Αργολίδας έχει με έμφαση τονισθεί από τους ερευνητές του Μυκηναϊκού πολιτισμού. Η Μιδέα θεωρείται ως η τρίτη σε σημασία οχυρωμένη Μυκηναϊκή Ακρόπολη της Αργολίδας, μετά τις Μυκήνες και την Τίρυνθα. Η κυκλώπεια οχύρωσης της, τα ευρήματα των πρόσφατων ανασκαφών, η θέση της στη μυθολογία και η σύνδεσή της με το πλούσιο Μυκηναϊκό νεκροταφείο στα γειτονικά Δενδρά, την κατατάσσουν στα μεγάλα Μυκηναϊκά κέντρα της Ηπειρωτικής Ελλάδας.
Η Ακρόπολη έχει κτισθεί στην κορυφή ενός κωνικού λόφου, που βρίσκεται σε υψόμετρο 270μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και 170μ. από τη γύρω περιοχή. Βρίσκεται στο μέσον περίπου της απόστασης μεταξύ Μυκηνών και Τίρυνθος και δεσπόζει στις ανατολικές παρυφές της Αργολικής πεδιάδας. Η στρατηγική της θέση με την απεριόριστη θέα παρείχε τη δυνατότητα ελέγχου ολόκληρης της πεδιάδας και του Αργολικού κόλπου. Σ’ αυτό οφείλεται κυρίως η εξέλιξη και η ακμή της Μιδέας κατά τη Μυκηναϊκή εποχή.
Το κυκλώπειο τείχος περικλείει έκταση 24.000 τ.μ. περίπου και προστατεύει την άνω Ακρόπολη και τα κατώτερα βορειοανατολικά και βορειοδυτικά άνδηρα του λόφου. Η νοτιοανατολική πλευρά του είναι απόκρημνη και για το λόγο αυτό έμεινε ατείχιστη. Οι πύλες της Ακρόπολης βρίσκονται η μία απέναντι από την άλλη, στην ανατολική και στη δυτική πλευρά της οχύρωσης.
Εκτός από τις πύλες, με την κυκλώπεια οχύρωση συνδέεται ένα ακόμη μεγάλο τεχνικό έργο, που χρησίμευε για την ύδρευση της Ακρόπολης της Μιδέας και είναι παρόμοιο με ανάλογες κατασκευές στις Μυκήνες και στην Τίρυνθα. Πρόκειται για σήραγγα ανοιγμένη κατά το εκφορικό σύστημα στο πάχος του δυτικού σκέλους του τείχους, που οδηγούσε σε υπόγεια πηγή νερού
Κατά τη διάρκεια των πρόσφατων ανασκαφών ερευνήθηκαν χώροι κοντά στην Ανατολική Πύλη και στα κατώτερα βορειοανατολικά άνδηρα της Ακρόπολης. Καθαρίστηκε από τις επιχώσεις η είσοδος της Ανατολικής Πύλης, που έχει τη μορφή ενός απλού ανοίγματος στο τείχος. Στην πύλη αυτή οδηγούσε, όπως και στην Τίρυνθα, κυκλώπεια αναβάθρα (ράμπα) κτισμένη με ογκολίθους. Μία δεύτερη εσωτερική πύλη σχηματίζεται μεταξύ ενός κυκλώπειου τοίχου και της εσωτερικής παρειάς της οχύρωσης. Αμέσως μετά την εσωτερική πύλη ερευνήθηκαν αρκετά δωμάτια, σε επαφή με το τείχος. Όπως έδειξαν τα ευρήματα τα δωμάτια αυτά ήταν εργαστήρια και αποθήκες.
Στα κατώτερα βορειοανατολικά άνδηρα αποκαλύφθηκε ένα μεγάλο ορθογώνιο οικοδόμημα με ιδιαίτερη σημασία, σε μορφή “μεγάρου”. Είχε καταστραφεί μαζί με τα δωμάτια κοντά στην Ανατολική Πύλη από σεισμό και πυρκαγιά στα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ., όπως συνέβη και στη γειτονική Τίρυνθα. Ο σεισμός αυτός προξένησε εκτεταμένες καταστροφές στην οχύρωση και σε όλα τα οικοδομήματα της Ακρόπολης. Κατάλοιπα σκελετών, που βρέθηκαν καταπλακωμένα από ογκολίθους σε διάφορα σημεία του χώρου, ανήκουν σε θύματα του σεισμού αυτού. Το “μέγαρο” επισκευάστηκε μετά την καταστροφή και επαναχρησιμοποιήθηκε κατά το 12ο αιώνα π.Χ..
Η Δυτική Πύλη της Ακρόπολης αποκαλύφθηκε ολόκληρη κατά τις πρόσφατες ανασκαφές. Σχηματίζεται μεταξύ της απόληξης του νοτιοδυτικού σκέλους του τείχους και ενός συμπαγούς αναλημματικού τοίχου, που κάλυπτε τον απόκρημνο βράχο. Μέσα στο πάχος του τείχους που απολήγει στην πύλη σχηματίζεται εσωτερικό δωμάτιο, το οποίο χρησίμευε ως φυλάκιο και αποθηκευτικός χώρος, όπως δείχνουν οι πίθοι και άλλα μεγάλα χονδρότεχνα αγγεία που βρέθηκαν.
Ένας επιβλητικός συμπαγής προμαχώνας προστάτευε την πύλη και το φυλάκιο. Οι τοίχοι του στομίου της πύλης έφεραν διάκοσμο με ζωγραφιστό κονίαμα, όπως δείχνουν τα πολυάριθμα θραύσματα τοιχογραφιών που συγκεντρώθηκαν από το στρώμα καταστροφής
Στην περιοχή της Ακρόπολης εσωτερικά της Δυτικής Πύλης, οι ανασκαφές έφεραν στο φως συγκρότημα 15 δωματίων κτισμένο σε επάλληλα άνδηρα, παράλληλα προς το τείχος. Αποτελείται από δύο πτέρυγες εκατέρωθεν ενός κεντρικού διαδρόμου, από όπου διερχόταν κτιστός αγωγός.
Τα καλύτερα διατηρημένα δωμάτια, που φαίνεται ότι ήταν υπόγεια, βρίσκονται στην πτέρυγα που κτίστηκε σε επαφή με το τείχος. Οι τοίχοι τους σώζονται σε αρκετό ύψος και ήταν καλυμμένοι με ζωγραφιστά κονιάματα, όπως δείχνουν τα θραύσματα τοιχογραφιών που βρέθηκαν.
Στα δωμάτια του συγκροτήματος βρέθηκε σε μεγάλες ποσότητες χονδρότεχνη και λεπτότεχνη κεραμική, που χρονολογείται στην Υστεροελλαδική IIIB2 περίοδο, δηλαδή στο δεύτερο μισό του 13ου αιώνα π.Χ. Βρέθηκαν επίσης αγγεία του εικονιστικού ρυθμού, παρόμοια με αυτά των άλλων μεγάλων αργολικών κέντρων (Μυκήνες, Τίρυνς, Μπερμπάτι). Υπήρχαν ακόμη λίθινα και μολύβδινα σκεύη και πολλά χάλκινα, λίθινα και οστέινα εργαλεία, καθώς και ακατέργαστα κομμάτια από ημιπολύτιμους λίθους και μήτρα από στεατίτη για την κατασκευή κοσμημάτων.
Άλλα ενδιαφέροντα ευρήματα είναι κοσμήματα, όπως χάντρες διαφόρων ειδών, σφραγιδόλιθοι, θραύσμα από Μινωικό ρυτό σε σχήμα τρίτωνος από αμέθυστο, θραύσματα τοιχογραφιών, κεραμίδια στέγης και πολυάριθμα πήλινα ειδώλια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα μεγάλο τροχήλατο ειδώλιο θεότητας, του τύπου των ολιγάριθμων ξεχωριστών ειδωλίων, τα οποία έχουν βρεθεί στα ιερά των Μυκηνών, της Τίρυνθος και της Φυλακωπής στη Μήλο. Εξαιρετικής σημασίας είναι ένα πήλινο σφράγισμα και ένας αποθηκευτικός ψευδόστομος αμφορέας με επιγραφές της Γραμμικής Β γραφής. Τα ευρήματα πάντως αποδεικνύουν ότι τα περισσότερα δωμάτια του συγκροτήματος ήταν εργαστήρια και αποθήκες.
Σε άνδηρο της νοτιοδυτικής κλιτύος της ακρόπολης αποκαλύφθηκαν και τμήματα τριών άλλων κτηρίων, κτισμένων εκατέρωθεν ενός δρόμου, τα οποία είχαν επίσης καταστραφεί από τον σεισμό και την ισχυρή πυρκαγιά του τέλους του 13ου αι. π.Χ. Στο χώρο αυτό βρέθηκε τμήμα αποχετευτικού συστήματος με κτιστούς αγωγούς και υπόγεια δεξαμενή.
Τα ευρήματα από τα κτήρια ήταν άφθονη κεραμική, που τα χρονολογεί στο δεύτερο μισό του 13ου αι. π.Χ., πήλινα ειδώλια, από τα οποία ξεχωρίζουν μερικά που ανήκουν σε μεγάλα τροχήλατα ειδώλια γυναικείων θεοτήτων, λίθινα και μετάλλινα σκεύη, κοσμήματα, σφραγιδόλιθοι, εργαλεία και άλλα αντικείμενα που μαρτυρούν τη λειτουργία εξειδικευμένων εργαστηρίων, όπως θραύσματα ημιπολύτιμων λίθων και άλλων πρώτων υλών.
Πολύ σημαντικό εύρημα είναι ένα πήλινο πρισματικό σφράγισμα με παράσταση λιονταριού που επιτίθεται σε ταύρο και με επιγραφές της Γραμμικής Β γραφής, στις οποίες περιλαμβάνεται και η λέξη “μέγαρον”.
Σε άνδηρο της Άνω Ακρόπολης αποκαλύφθηκαν σημαντικά οικοδομικά κατάλοιπα και τάφοι της Πρωτοελλαδικής και της Μεσοελλαδικής εποχής (3200-1600 π.Χ.) με άφθονη κεραμική, που περιλαμβάνει αρκετά Νεολιθικά όστρακα. Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι οι Προμυκηναϊκοί οικισμοί της Μιδέας αναπτύχθηκαν στην κορυφή του λόφου.
Τα αποτελέσματα των πρόσφατων ανασκαφών, ιδίως η ανεύρεση αγγείων και σφραγισμάτων με επιγραφές της Γραμμικής Β γραφής, μαρτυρούν ότι η Μιδέα αποτελούσε, παράλληλα με τις Μυκήνες και την Τίρυνθα, ένα διοικητικό και οικονομικό κέντρο.
Άλλα στοιχεία που συνδέουν τη Μιδέα με τις δύο αυτές ακροπόλεις είναι το είδος και η ποιότητα των ευρημάτων, τα οποία φανερώνουν σημαντική καλλιτεχνική και βιοτεχνική παραγωγή, οι εμφανείς σχέσεις με άλλα κέντρα της Αργολίδας, του Αιγαίου γενικότερα και της Ανατολής, καθώς και η ύπαρξη χώρων λατρείας, όπως υποδηλώνουν τα μεγάλα τροχήλατα γυναικεία ειδώλια και άλλα θρησκευτικά σύμβολα.
Δρ. Κ. Δημακοπούλου, Ν. Διβάρη-Βαλάκου
Δ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
Γεωγραφικές Συντεταγμένες
Επαρ. Οδ. Άργους – Αραχναίου, Μιδέα 210 55
- Google Map
- 37.65072963139113, 22.84313496396744
Για περισσότερες πληροφορίες: ΕΦ.Α. Αργολίδας, Πλατεία Συντάγματος, Τηλ: +30 27520 22657, e-mail: [email protected]
Μυκηναϊκό Νεκροταφείο Δενδρών
To μυκηναϊκό νεκροταφείο των Δενδρών εκτείνεται στη νοτιοδυτική πλαγιά ενός χαμηλού λόφου, δυτικά της μυκηναϊκής Ακρόπολης της Μιδέας. Το ανασκαμμένο τμήμα του περιλαμβάνει ένα θολωτό και δεκαέξι θαλαμωτούς τάφους.
Οι ανασκαφές στο χώρο άρχισαν την άνοιξη του 1926 από τον Σουηδό αρχαιολόγο Axel W. Persson. Εκείνο το καλοκαίρι ερευνήθηκε ο θολωτός τάφος και την επόμενη χρονιά τρεις θαλαμωτοί. Δύο ακόμη τάφοι που εκτείνονται βορειοανατολικά και έξω από τα όρια του οργανωμένου σήμερα αρχαιολογικού χώρου, ερευνήθηκαν από τον Ν. Μπέρτο, το φθινόπωρο του 1927. Το 1937 ο Persson ανέσκαψε έναν ακόμη θαλαμωτό τάφο και το 1939 άλλους πέντε.
Το 1960 ερευνήθηκε ο περίφημος «τάφος της πανοπλίας» από τον Ν. Βερδελή και δύο ακόμη θαλαμωτοί τάφοι από τον Σουηδό αρχαιολόγο P. Åström.
Το 1977 ανεσκάφησαν από την Ε. Πρωτονοταρίου – Δεϊλάκη δύο θαλαμωτοί τάφοι και οι τύμβοι που τους περιβάλλουν.
Οι θαλαμωτοί τάφοι είχαν λαξευτεί στο μαλακό πέτρωμα σε πυκνή διάταξη στην πλαγιά του λόφου. Αποτελούνται από τρία τμήματα: το δρόμο, το στόμιο και το θάλαμο.
Οι τάφοι διαφέρουν μεταξύ τους τόσο ως προς το μέγεθος, ο μικρότερος έχει μήκος 8 και ο μεγαλύτερος σχεδόν 20 μέτρα, όσο και στον τρόπο που διαμορφώνονταν ο ταφικός θάλαμος. Έχουν κατηφορικούς δρόμους με συγκλίνοντα τοιχώματα και τετράπλευρους ταφικούς θαλάμους. Η είσοδος φράζονταν με ξερολιθιά. Επιχρισμένοι τοίχοι και δάπεδα, δίρριχτη ή επίπεδη οροφή, θρανία και κόγχες αλλά και πλευρικοί θάλαμοι, δίνουν την εντύπωση ότι οι τάφοι αυτοί μιμούνται τις κατοικίες των ζωντανών.
Στο δάπεδο των θαλάμων συχνά ανοίγονταν συμπληρωματικοί λάκκοι. Οι τάφοι είχαν χρησιμοποιηθεί για πολλαπλές ταφές και για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Σημαντικές πληροφορίες για τις ταφικές τελετουργίες της μυκηναϊκής εποχής μας δίνουν οι ταφές τριών ζευγών ίππων που βρέθηκαν σε γειτνίαση με τους τάφους.
Η ανασκαφή τους απέδωσε πολλά και σημαντικά ευρήματα όπως κοσμήματα, σφραγιδόλιθους, όπλα, εργαλεία και σκεύη από χρυσό, άργυρο, χαλκό, αλάβαστρο γυαλί, ελεφαντοστό, φαγεντιανή και ημιπολύτιμους λίθους, καθώς και ενδιαφέροντα δείγματα κεραμικής και ειδωλοπλαστικής, κορυφαίο δε εύρημα αποτελεί η περίφημη πανοπλία. Τα κτερίσματα σε συνδυασμό με τη μνημειακή κατασκευή των τάφων, υποδεικνύουν μια κοινωνία με σύνθετη κοινωνική διάρθρωση.
Το νεκροταφείο των Δενδρών είναι ένα από τα πλουσιότερα μυκηναϊκά νεκροταφεία της Πελοποννήσου και μπορεί να συγκριθεί με τα μεγάλα νεκροταφεία της Πρόσυμνας, της Δειράδας, της Ναυπλίας και της Ασίνης στην Αργολίδα καθώς και των Αηδονιών στην Κορινθία. Όπως βεβαιώνουν τα ευρήματα, ήταν σε συνεχή χρήση από το 1500 έως το 1180 π.Χ. πρέπει δε να ανήκε σε έναν σημαντικό μυκηναϊκό κέντρο, πιθανώς τη γειτονική Μιδέα.
Τα κινητά ευρήματα του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Δενδρών φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου και στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Στον αρχαιολογικό χώρο πραγματοποιούνται πολλά εκπαιδευτικά προγράμματα από τη Δ΄ ΕΠΚΑ για τους μαθητές όλων των ηλικιών. Για πληροφορίες σχετικά με τα εκπαιδευτικά προγράμματα μπορείτε να απευθυνθείτε στη Δ΄ ΕΠΚΑ.
Ευαγγελία Παππή
Αρχαιολόγος, Υπουργείο Πολιτισμού, Δ΄ ΕΠΚΑ
Γεωγραφικές Συντεταγμένες
Δενδρά 210 55, Αργολίδα
- 37.65713097921762, 22.825670720417527
Για περισσότερες πληροφορίες: ΕΦ.Α. Αργολίδας, Πλατεία Συντάγματος, Τηλ: +30 27520 27502, e-mail: [email protected]